7 Αυγούστου
ύπουλα μάτια κεντρίζουν την πλάτη του
δίπλα στις παραστιές
οι όγκοι των σκιών μεγάλωναν
τριδιάστατοι
κι ένιωθε ως το στομάχι
την δύναμη της σιγαλής φωνής
αυτού του ψίθυρου που φόρτωνε βάρος τις λέξεις
τώρα ύπουλα μάτια κεντρίζουν την πλάτη του
καθώς περνά την αλέα
κτήρια πολλών ορόφων
γέρνουν στον άνεμο
ακουμπώντας τα κλαδιά τους
θροΐζουν βλοσυρά τα φύλλα τους
κάποια πέφτουν κάτω
σέρνονται απειλητικά πίσω του
έπιανε να λέει ιστορίες ο γέρος
καθώς σκάλιζε τα κάρβουνα
με τα χοντρά του δάκτυλα
σκασμάδες νύχια μαύρα
άνοιγε τις οφτές πατάτες
άρπαζε την κούπα το κρασί
κόλλαγε το σαλιωμένο χαρτί
άναβε στα κάρβουνα
τύλιγε το μικρό δωμάτιο καπνός
φεύγαν οι λέξεις
οι χειρονομίες
οι κινήσεις
έκρυβαν τόση ένταση
αποκτούσαν τόση σημασία
συχνά δεν θυμόταν τίποτα από την ιστορία
μπορούσε όμως ακόμα και σήμερα
να περιγράψει τις κινήσεις των χεριών
αδιόρατες φυλλωσιές
μέσα στα δωμάτια ηχούν
μαύρος πηλός εισβάλει απ’ τον νιπτήρα
απ’ την τρύπα της λεκάνης
από τους νεροχύτες
το μικρό καταφύγιο
δεν άντεχε πια
τριγμοί, καδρόνια διαρρηγνύονται
τινάζονται ελατήρια στο πάτωμα γυμνά
έριχνε χοντρό αλάτι μέσα στην ανοιγμένη
αχνιστή πατάτα
λίγο λεμόνι
αξεφλούδιστη
κέρναγε την μισή
έκανε μια χαψιά την άλλη
καυτή ακόμη
σκέπαζε την γλώσσα του κρασί
μια κούπα κι άλλη μια
αγκομαχούσε το χιόνι να τρυπήσει την ταράτσα
παλιά κι αυτή χωμάτινη
καμωμένη την μέρα της ανάγκης
μπότες βαριές
τρίζει το χιόνι καθώς ανοίγουν κοπαριά
χτυπάν τα πόδια στο κατώφλι
ανοίγει πόρτα
δυο γείτονες
ένα κρασί να ζεσταθούν χέρια και σώματα
«βρωμόκαιρος»
«ε, συνηθισμένα πράματα, χειμώνας είναι»
χειμώνας είναι
κοπανάει η βροχή τα πάντα
στο δωμάτιο μόνος
ξεχαρβαλωμένα ξύλα ελάσματα
ο μαύρος πηλός κινείται παντού
θέλει πολύ να βγει έξω
μα που έξω με τέτοιον καιρό
ε, σιγά, χειμώνας είναι
έπιασαν τις ιστορίες απ’ τον μεγάλο πόλεμο
ο γέρος ο δικός του δεν ήθελε να μιλήσει
άκουγε
κάποιες τις είχαν πει πολλές φορές
μα του άρεσε να ακούει τις φωνές, τις αφηγήσεις
κι ας λένε ότι να ‘ναι
από κοντά είχαν μυρίσει τον θάνατο
ο πηλός ανεβαίνει στις καρέκλες
κάθεται στα τραπέζια
αυτός θέλει να βγει έξω
το θέλει όσο τίποτα
αλλά τώρα πια ο δρόμος έκλεισε
θα κολλήσουν τα πόδια του στην γλίτσα
εκτός αν
εκτός αν
πρέπει να μάθει να αιωρείται
αυτό θα ήταν μια κάποια λύσις
τώρα πρέπει να περιμένει
«τράγοι στ’ αμπέλια»
είχαν κυκλώσει την περιοχή και περίμεναν
σε λίγο θα εμφανιστούν οι ναζί
είχαν συλλάβει γυναίκες και παιδιά
τις γυναίκες και τα παιδιά του τόπου τους
για αγγαρεία
για εκτέλεση
για Μπέργκεν - Μπέλζεν
ποιος ξέρει
όμως οι αντάρτες είχαν κυκλώσει
κυκλωμένος από τον μαύρο πηλό
κρατιέται απ’ τον σκελετό του κτηρίου
πρέπει να περιμένει
ήσυχα στις θέσεις τους
χωρίς μιλιά να βγαίνει
το σχέδιο καθαρό
καθένας ήξερε τι πρέπει να κάνει
οι πατάτες εκρήγνυνται μέσα στα κάρβουνα
χερούκλες
άνοιγμα στην μέση
χοντρό αλάτι
λεμόνι
κρασί
«να πιει κι ο μικρός»
«να μόνο λίγο»
τόσο
στο μικρό ποτήρι
«έτσι μπράβο»
να,
έρχονται οι ναζί
γυναίκες παιδιά στην μέση
θέλει προσοχή
«δεν πρέπει να χτυπηθεί κανείς δικός μας άνθρωπος»
κι ελιές!
έφερε κι ελιές
σταφιδολιές μεγάλες όμορφες
λυπόταν που τις έτρωγε
που εξαφάνιζε την ύπαρξη τους
το όμορφο σχήμα τους
μα ήταν τόσο νόστιμες
έγινε το πρώτο σινιάλο
πλησιάζουν
σε λίγο θα είναι μέσα στο βεληνεκές
θέλει χέρια σταθερά
να μην τα καίνε οι οφτές πατάτες
να τις κρατούν με σιγουριά
να τις ανοίγουν στην μέση
αλάτσι
λεμόνι
κρασί
(και να κερνάνε τις μισές)
τα πόδια του μαργωμένα
χωρίς την δυνατότητα της κίνησης
ο μαύρος πηλός γευματίζει
ό,τι είναι μπόσικο
το αίμα παγωμένο
το βλέμμα καθαρό
«να τα πεις»
ο γέρος του είχε πολεμήσει σ’ εκείνη τη μάχη
«να τα πεις» τον παρότρυναν
«να γροικά και το κοπέλι, να κατέχει»
«ό, τι έγινε έγινε
εκάμαμε αυτό που έπρεπε να κάμομε εκείνη την ώρα
δεν χρειάζονται άλλα λόγια
ό, τι έγινε έγινε»
τα φώτα σβήνουν
κάποια ζημιά στην ΔΕΗ
δεν είναι καιρός αυτός
τόσο νερό
(τόσο χιόνι)
τόσοι κεραυνοί
(πυρ, πυρ, πυρ!)
κανείς δικός μας άνθρωπος δεν πρέπει να πληγωθεί
«κανείς δικός μας άνθρωπος δεν πληγώθηκε»
όλα είναι μαύρα
ο πηλός μαύρος
δεν φαίνεται
ο ήλιος ήταν στην κορφή
τι όμορφη μέρα!
καλοκαίρι!
7 Αυγούστου
Σμαϊλομανώλης παρών
Νταγιαντομανώλης παρών
Φρυσαλοχαραλάμπης παρών
Καφατσόκωστας παρών
Νταρολευτέρης παρών
Λαμπρινομανώλης παρών
Ξημερογιώργης παρών
Θοδωροπέτρος παρών
Γιαννιός τση Χρόναινας παρών
Περβολογιώρης παρών
Γύπαρης παρών
Δημοσθένης Πασπαράκης παρών
(από την ποιητική συλλογή "Θα ξαναγίνει", εκδόσεις Γκοβόστη 2020)